Οι θρυλικοί Fu Manchu επιστρέφουν με το δωδέκατο στούντιο άλμπουμ τους, Clone of the Universe, με ενέργεια, ηλεκτρισμό και νεύρο, 90s αισθητική και μια μικρή "επιστροφή στις ρίζες"
Τέσσερα χρόνια μετά το Gigantoid, οι θρυλικοί Fu Manchu επιστρέφουν με το δωδέκατο στούντιο άλμπουμ τους, Clone of the Universe. Ένα άλμπουμ με εξώφυλλο βγαλμένο από τα φουτουριστικά τέλη των 70s και τα 80s, αισθητική που ακολουθείται και από τη μουσική του συγκροτήματος -φυσικά- και γίνεται αντιληπτό από τα πρώτα ακόμα δευτερόλεπτα του δίσκου.
Το Clone of the Universe ξεκινά με το κομμάτι Intelligent Worship, με μπόλικο νεύρο και ηλεκτρισμό, στοιχεία που χαρακτηρίζουν ολόκληρο το άλμπουμ, σε διαφορετικές ταχύτητες. Σε ό,τι αφορά το εναρκτήριο κομμάτι πάντως, και οι ταχύτητες είναι υψηλές, σε σημείο που βλέπεις ήδη τις πρώτες σταγόνες ιδρώτα να τρέχουν. Κρατάμε φυσικά και τα εφφέ στις κιθάρες, τα οποία επιβεβαιώνουν αυτό που γράφουμε στον πρόλογο, για την επιρροή των 80s αλλά και των 90s -εξάλλου σε εκείνη τη δεκαετία "γεννήθηκαν" οι Fu Manchu.
Στο (I've Been) Hexed έχουμε μερικά εντυπωσιακά πρώτα δευτερόλεπτα, με την εισαγωγή να σε παρασύρει δημιουργώντας την εντύπωση πως θα σε απογειώσει. Κάπου εκεί έρχονται τα στοιχειωτικά φωνητικά του mr. Scott Hill, που σχεδόν ραπάρει, για να δώσουν ακόμα μια σπρωξιά προς την κόλαση.
Εκεί θα σε σύρει ακόμα πιο βαθιά το Don't Panic, τίτλος ειρωνικός όπως καταλαβαίνεις, αφού στις συναυλίες μόνο πανικό μπορεί να σπείρει η εκρηκτική δίλεπτη πανδαισία (not) κιθάρων, μπάσου, ντραμς και ουρλιαχτών. Ώρα για χαλάρωση τώρα, ξεκινά το Slower than Light, slower από όλα τα κομμάτια του δίσκου με τον Hill περισσότερο να απαγγέλλει στα πρώτα δευτερόλεπτα, έως ότου δηλαδή γίνει το μπάσιμο του ηλεκτρισμού, των ψυχεδελικών εφφέ, του σκοταδιού, της υγρασίας και της σαπίλας. Εξαιρετική εσωτερική ενέργεια στο κομμάτι, που σου προκαλεί εκρήξεις εντός του στομάχου και των λοιπών οργάνων.
Με ένα ντραμ σόλο αντίστοιχο του Slower than Light, μόνο με περισσότερα γκάζια, ξεκινά το Nowhere Left to Hide. Μια στιγμή χαλάρωσης, και μετά ένα μεταλλικό ξέσπασμα που θυμίζει το Don't Panic σε πιο αργή μορφή, από τη μία, και με περισσότερη ατμόσφαιρα από την άλλη.
Το Clone of the Universe έρχεται για να σε παρασύρει σε ένα ακούσιο αλλά εντελώς ανελέητο headbanging, ακολουθώντας την ίδια μεταλλική χροιά των προηγούμενων και την ηλεκτρική ενέργεια που διέπει ολόκληρο το άλμπουμ, ενέργεια ιδανική αν θες να αποκτήσεις πολλαπλά πιασίματα σε σβέρκο, πλάτη κ.ο.κ. Και κάπου στο βάθος, οι κιθάρες και το μπάσο αφήνουν μια γεύση αυθεντικής stoner-ίλας, η οποία σε προθερμαίνει γι αυτό που ακολουθεί.
Το Il Mostro Atomico, για κάποιο λόγο, διαρκεί 18 λεπτά. Ξεκινά με ένα κιθαριστικό ουρλιαχτό που μας θυμίζει πόσο fuzz έχουν μέσα τους οι Fu Manchu, κι είναι το κομμάτι που επιστρέφει στις ρίζες περισσότερο από τα άλλα. Βαρύ κι ασήκωτο, με έντονη ατμοσφαιρικότητα και ψυχεδελικά στοιχεία, σχεδόν ηλεκτρονικά εφφέ με τις κιθάρες, ένα ταξίδι through space and time, δίχως ίχνος φωνητικών και λίγο παράταιρο από τον υπόλοιπο δίσκο.
Συνολικά, δεν περιμέναμε τίποτα λιγότερο -αλλά και τίποτα περισσότερο- από την επιστροφή των Fu Manchu στη δισκογραφία, τέσσερα χρόνια μετά το τελευταίο τους πόνημα. Ένας συμπαγής δίσκος, αν εξαιρέσουμε την ιδιαίτερη πινελιά που προσθέτει το Il Mostro Atomico, που ακολουθεί την ίδια συνταγή σε όλη τη διάρκεια του, ένας δίσκος "νευρικός", με ενέργεια που ξεχειλίζει και σίγουρα μια συλλογή τραγουδιών που θα είχε μεγάλο ενδιαφέρον να ακούσει κανείς ζωντανά.
Λάμπρος Loco Παπαευθυμίου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Thank you, and may the force be with you.