Οι Empty Frame επιστρέφουν με τον τρίτο τους δίσκο, Who Wants to Ride the Horse, ένα ακόμη μελωδικό ταξίδι που συνδυάζει την εναλλακτική και την indie rock με τον progressive, ακόμα και τον folk ήχο [ΔΙΣΚΟΚΡΙΤΙΚΗ]
Εδώ και πάνω από μια δεκαετία, οι Empty Frame δηλώνουν πάντοτε με τον δικό τους, ιδιαίτερο και δυναμικό τρόπο το παρόν στην ελληνική εναλλακτική σκηνή, αποτελώντας μέρος των πρωτοπόρων αυτής. Ο νέος τους δίσκος, Who Wants to Ride the Horse, κυκλοφόρησε πριν μερικές ημέρες συνδυάζοντας τις μουσικές και θεματικές κατευθύνσεις των Empty Frame, αποτελώντας την κορύφωση μίας δημιουργικής πορείας τεσσάρων ετών.
Το άλμπουμ ξεκινά μελωδικά, σχεδόν ειδυλλιακά, μην ξεγελιέσαι όμως: Οι Empty Frame δεν είναι εδώ για να σου αφηγηθούν κάποιο παιδικό παραμύθι. Η θεματική τους ορίζεται από τα πιο σκοτεινά χρόνια της ελληνικής πραγματικότητας, με τους στίχους τους να είναι ποιητικοί και συναισθηματικοί, αλλά την ίδια στιγμή κυνικοί, συνδέοντας τη μελωδικότητα με τα σκοτεινά σημεία του ήχου τους.
Το Walking Away, που ουσιαστικά αποτελεί και το intro του δίσκου, νοσταλγικό στο ένα λεπτό που διαρκεί, σε τοποθετεί στην πρώτη γραμμή αυτού που ετοιμάζεται να ακολουθήσει. Το Horse έρχεται λυρικό αλλά ωμό, με τα θεατρικά φωνητικά και το δίπολο τσέλο - βιολί να να ξεχωρίζουν δίνοντας στο κομμάτι μια ξεχωριστή ατμοσφαιρικότητα, την ίδια στιγμή που κιθάρα και μπάσο αναλαμβάνουν το ρόλο της διατήρησης αυτής της ατμόσφαιρας σε όλη τη διάρκεια του κομματιού.
Φωτεινό και ταξιδιάρικο, το Feels Like a Breeze σου αφήνει μια πρώτη αίσθηση ανοιξιάτικου πρωινού, ενός μαγιάτικου road trip. Και πριν την επόμενη στροφή, σύννεφα εμφανίζονται στον ουρανό και ξεκινά μια από εκείνες τις καταιγίδες που αφήνουν στο χώμα μια μυρωδιά εξωπραγματική, μια καταιγίδα μουσική. Μετά την καταιγίδα όμως, πάντα βγαίνει το ουράνιο τόξο, και με ένα τέτοιο τελειώνει το κομμάτι.
Το πιάνο σου δίνει τα πρώτα goosebumps καθώς ξεκινά το This is Where You Go. Σαν μπαλάντα, αλλά με μια εσωτερική δύναμη που περιμένει, σαν ηφαίστειο που περιμένει να εκραγεί, όλο το κομμάτι διέπεται από μια περίεργη ενέργεια, ισορροπεί μεταξύ του λυρισμού και μιας σκοτεινής ατμοσφαιρικότητας.
Διάβασε ακόμα:
Παρουσίαση δίσκου από τους Empty Frame
στο Ίλιον Plus
Από την αντίθετη πλευρά, από το σκοτάδι, ξεκινά την πορεία του το Hide. Το ηφαίστειο που ξεκίνησε να βράζει στο προηγούμενο κομμάτι ξεκινά τώρα να αναβλύζει την καυτή του λάβα, με κάτι που μοιάζει με βαλς να κινείται στο background, προσπαθώντας να βγει μπροστά, έως ότου έρθει η μεγάλη έκρηξη, σε μια σκοτεινή πανδαισία ήχων απ' όλη τη μπάντα.
Το Burning Walls έρχεται για να φανερώσει τις americana καταβολές του συγκροτήματος, με μια υπόγεια μελαγχολία που σε κάνει να ταξιδεύεις μακριά, εκεί που κυριαρχεί το πράσινο, εκεί που ο ήλιος είναι πρωταγωνιστής, αλλά παρά την ομορφιά, παραμένεις σκεπτικός, σχεδόν ανικανοποίητος από την εικόνα.
Με μια ακουστική χροιά που δηλώνει χαρά, αλλά στίχους καυστικούς που χτυπούν ακριβώς εκεί που πρέπει ακολουθεί το Mr. Controversial. Controversial και το ίδιο το τραγούδι, αφήνει τέτοιου είδους συναισθήματα, καθώς η θεματική του δύσκολα σε αφήνει χαμογελαστό, όμως να, η μια άκρη των χειλιών σου κάνει την κίνηση, σαν μισό χαμόγελο, ακούγοντας τη μουσική. Σαν να μην τελείωσε ποτέ αυτό το κομμάτι, ξεκινά το επόμενο: Το All That Remains, στο ίδιο στυλ μουσικά αλλά περισσότερο ατμοσφαιρικό και θεατρικό, καθησυχαστικό μουσικά, ξεχωριστό στιχουργικά.
Το μπάσο, που έως τώρα έδινε τον ρυθμό, στο Not Bowing δίνει το σύνθημα, αποκτώντας σχεδόν πρωταγωνιστικό ρόλο. Μετά τον έντονο ακουστικό χαρακτήρα των τριών προηγούμενων, έρχεται αυτό το αρκετά ηλεκτρικό κομμάτι. Ηλεκτρικό κι ηλεκτρισμένο, με μια ενέργεια που ξεκινά από το στομάχι και εξαπλώνεται σε όλο το κορμί, καταλήγοντας στη ραχοκοκαλιά.
Θεατρικό και groovy ξεκινά το Wheels, σαν ένα rock n' roll τραγούδι που του αφαίρεσαν την εξωστρέφεια και πρόσθεσαν στη θέση της τη μελωδικότητα που διέπει ολόκληρη τη μουσική των Empty Frame. Η ίδια μελωδικότητα κάνει την εμφάνιση της πρώτη πρώτη και στο D-Oppression, ένα ακόμα ηλεκτρικό κομμάτι, το οποίο αποτελεί έναν συνδυασμό "γλυκιάς" μουσικής με εκρήξεις, εκρήξεις που προέρχονται από τους κοινωνικούς προβληματισμούς και την οργή των στίχων.
Αν και παράταιροι μουσικά με τους Doors, δεν μπόρεσα να μην σκεφτώ την εισαγωγή του The End όταν ξεκίνησε το Spirit. Ένα κομμάτι το οποίο επιστρέφει στις ρίζες, σαν τα τραγούδια που έβγαιναν από τα λαρύγγια σκλάβων κι εργατών στον αμερικανικό νότο, μινιμαλιστικό μουσικά αλλά με τέτοιο τρόπο που γεμίζει το χώρο και καταλαμβάνει τις αισθήσεις σου. Και κάπου εκεί, εκεί που έχεις παρασυρθεί από τα φωνητικά, έρχεται η μουσική και νιώθεις να αιωρείσαι πάνω από την καρέκλα σου, νιώθεις όλο το περιβάλλον να αιωρείται.
Ο δίσκος ολοκληρώνεται με το In Circles, ένα κομμάτι που συμπυκνώνει την progressive μορφής ψυχεδέλεια που υπάρχει σε στιγμές σε ολόκληρο το άλμπουμ και αποτελεί μια ορχηστρική επισφράγιση, ολοκλήρωση αν προτιμάς, του κύκλου (pun intented) που κάνει ολόκληρος ο δίσκος.
Οι Empty Frame δημιουργούν με το Who Wants to Ride the Horse μια δουλειά συμπαγή, "δεμένη" θεματικά και μουσικά, με έντονο θεατρισμό και μελωδικότητα, αλλά την ίδια στιγμή σκληρή και κυνική. Κάτι σαν τη ζωή μας, τρυφερή τη μια στιγμή σκληρή την άλλη, χαρούμενη και μελαγχολική ταυτόχρονα, πότε φωτεινή και πότε σκοτεινή. Πάντα με έντονο συναίσθημα, αυτό είναι εξάλλου το πιο χαρακτηριστικό γνώρισμα των Empty Frame, πως νιώθουν σε απόλυτο βαθμό τη μουσική τους, γίνονται ένα με αυτήν.
Λάμπρος Loco Παπαευθυμίου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Thank you, and may the force be with you.