Οι Rumjacks στα 10α "γενέθλια" τους κυκλοφορούν τον πιο ολοκληρωμένο δίσκο τους και δείχνουν πως έχουν ανέβει επίπεδο
Ομολογώ πως είχα μεγάλη απορία να ακούσω την καινούρια δουλειά των Rumjacks. Μια μπάντα που -όπως των 90% των φανς τους παγκοσμίως- τους έμαθα ακούγοντας το Irish Pub Song. Celtic και folk punk σε "κλασσικές" φόρμες που έδειχναν μια ικανή ποσότητα potential να παραμονεύει. Και τελικά άρχισε να φανερώνεται. Πρώτα βέβαια με το προηγούμενο άλμπουμ τους, Sleepin' Rough, αλλά και με τη νέα τους απόπειρα, το Saints Preserve Us, το οποίο έρχεται για να γιορτάσει το συγκρότημα με τον καλύτερο τρόπο τα 10α "γενέθλια" του.
Ας μην ξεχνάμε εξάλλου ότι οι Rumjacks, από το 2016 που πάτησαν για πρώτη φορά σε ελληνικό έδαφος, έχουν γίνει (κλισέ αλέρτ) αγαπημένοι του κοινού και σε κάτι λιγότερο από έναν μήνα επιστρέφουν στη χώρα μας για μια μίνι περιοδεία με τους τοπικούς ήρωες Bad Movies, στα πλαίσια της ευρωπαϊκής και επετειακής -για τα 10χρονα τους ντε- περιοδείας.
Διάβασε ακόμη:
Πριν φτάσουμε βέβαια στα συμπεράσματα στα οποία καταλήξαμε ακούγοντας το άλμπουμ, μια πιο εσωτερική ματιά είναι απαραίτητη. Πάμε λοιπόν να τα πιάσουμε κομμάτι κομμάτι:
Το κομμάτι που έδωσε το όνομα του στο άλμπουμ, το ομότιτλο Saints Preserve Us, τοποθετείται πρώτο στη σειρά. Και, ω τι έκπληξη, δεν είναι celtic ούτε και folk. Είναι ένα εξαιρετικό ska -σχεδόν- punk κομμάτι, με πνευστά και ρέγκε κιθάρες, ανεβαστικό και ξεσηκωτικό, το κατάλληλο ξεκίνημα για ένα γενικότερα ξεσηκωτικό άλμπουμ.
Ο Billy McKinley έρχεται σαν να 'χει γραφεί από τους Pogues, αλλά όχι, είναι Rumjacks, και το καταλαβαίνεις από την ενέργεια που προέρχεται από τις κιθάρες, από το tin whistle και την αναγνωρίσιμη φωνή του Frankie McLaughlin. Ταξιδιάρικο και εκρηκτικό ταυτόχρονα, ένας συνδυασμός που δεν είναι κι εύκολο να πετύχει κανείς.
Ακούγοντας το Bus Floor Bottles ένα χαμόγελο σχηματίστηκε γιατί κάτι γνώριμο ήρθε στα αυτιά μας: Το μικρόβιο της "σχολής" των Flogging Molly μπήκε στον οργανισμό των Rumjacks, όχι όμως για να τους... αρρωστήσει, αλλά για να τους βοηθήσει να γράψουν ένα κομμάτι απλό στο αυτί αλλά άκρως διασκεδαστικό.
Ακολουθεί το κομμάτι που θα μας μείνει χαραγμένο για χρόνια, ακόμα κι αν δεν καταλαβαίνουμε χριστό από τους στίχους: Στο An Poc Ar Buile (The Mad Puck Goat), το οποίο βέβαια είναι διασκευή, οι Rumjacks δοκιμάζουν κάτι που πολλές μπάντες πριν από αυτούς δεν τόλμησαν, να τραγουδήσουν στην ιρλανδική γλώσσα. Όχι στα αγγλικά με ιρλανδικό ιδίωμα, αλλά στα ιρλανδικά. Woah. Και φυσικά στο ανάλογο ύφος κινείται και η μουσική, σε ένα back to the roots κομμάτι που καταφέρνει το σκοπό του με τρομερά ακριβές αποτέλεσμα.
Κάπου εκεί, μια κλασσική κιθάρα γράφει την εισαγωγή του Last Orders. Τραγούδι γραμμένο για κεντρο/βορειοευρωπαϊκά road trips σε δρόμους χαμένους μέσα στο πράσινο, ή πλάι σε ποτάμια, που περνούν πότε πότε από ξεχασμένους οικισμούς με πολύχρωμα σπίτια ακατοίκητα από τον ΒΠΠ. Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε πως το κομμάτι αυτό αποτελεί ένα ορμητήριο ονείρων, για όσους ξέρουν και γουστάρουν να τα κυνηγούν.
Τι θα ήταν ένας δίσκος βρετανοθρεμμένης μπάντας χωρίς μια κρύα βροχή; Αυτή έρχεται στο Cold London Rain, ένα κομμάτι που ακολουθεί τις φόρμες του προηγούμενου, αλλά, στον τρόπο που διηγείται την ιστορία του, μπορεί να βρει κανείς ψήγματα από τις αντίστοιχες ιστορίες των Dropkick Murphys, καθώς κρυμμένη και λίγη από την μεθυσμένη και ρομαντική ενέργεια τους, μια ενέργεια για την οποία μπορούν βέβαια να περηφανεύονται πως έχουν ούτως ή άλλως και οι Rumjacks από τη φύση τους.
Κάτι από Murphys φέρει και το επόμενο κομμάτι, σε ένα πείραμα των Rumjacks το οποίο κατά τη γνώμη μας κρίνεται απόλυτα πετυχημένο: Κι αυτό γιατί το συγκρότημα εδώ αποφασίζει να μπλέξει τα κέλτικα όπλα του με μια ska υφή, πάντοτε με έντονο πανκ υπόβαθρο. Το Fare Evader σε μπερδεύει στους προσανατολισμούς του, αλλά όσο κι αν προσπαθήσεις είναι αδύνατον να μην παρασυρθείς από τον έξαλλο ρυθμό του.
The Foreman O'Rourke είναι ο τίτλος που φέρει το επόμενο κομμάτι, θα μπορούσε να είναι και των Real McKenzies, αλλά δεν είναι. Είναι ένας καυγάς σε μπαρ που καταλήγει σε επανάσταση, κι όλα αυτά στο κέντρο του Εδιμβούργου, φέροντας την υπογραφή των Rumjacks.
Κι από τις μάχες και τους καυγάδες, στα ξωτικά που συνοδεύουν από πάντα την κέλτικη μυθολογία. Τουλάχιστον θα μπορούσε να πει κανείς ότι το Smuggler's Song είναι πράγματι γραμμένο από κάποιο μεθυσμένο ξωτικό, ή από κάποιο περιπλανώμενο τροβαδούρο που τραγουδά για μεθυσμένα ξωτικά. Το tin whistle, που η αλήθεια είναι ότι σε μεγάλο μέρος του δίσκου μας λείπει, εδώ παίρνει πρωταγωνιστικό ρόλο, σε ένα κομμάτι που αν δεν ήταν πανκ θα μπορούσε με ευκολία κανείς να το μπερδέψει με παραδοσιακό (όχι, δεν είναι το ομότιτλο ποίημα του Rudyard Kipling).
Στο κομμάτι νο.10 οι Rumjacks μας δίνουν A Dozen Good Reasons To Weep (θα μπορούσε να είναι και τίτλος του άλμπουμ πάντως, μιας κι αποτελείται από δώδεκα κομμάτια). Κι εδώ είναι εμφανείς οι αναφορές στις μουσικές των -πρωτοπόρων του είδους after all- Dropkick Murphys και Real McKenzies, καθώς και η εισαγωγή της ska μουσικής στον κόσμο των Rumjacks, οι οποίοι καταφέρνουν για ένα ακόμα τραγούδι να την εφαρμόσουν με τον πιο ιδανικό τρόπο στις δικές τους φόρμες. Μάλιστα στο συγκεκριμένο, ο τρόπος που διαχειρίζονται τα ska σημεία του κομματιού φτάνει οριακά στο balkan, σε έναν ήχο αρκετά οικείο και για την Ελλάδα.
Σαν γλυκιά ακουστική μπαλάντα ξεκινά το If It Kills Me, με ακορντεόν κι απαλή κιθάρα. Κι όχι, αυτό δεν κρύβει κάποια σπουδαία έκπληξη, παραμένει σε όλη τη διάρκεια του, παρά την προσθήκη και των υπόλοιπων οργάνων -ηλεκτρική κιθάρα, τύμπανα, μπάσο- μια ταξιδιάρικη μπαλάντα που παίρνει την ένταση των προηγούμενων δέκα κομματιών και τη μεταμορφώνει και στη σερβίρει σε ουισκοπότηρο.
Κι αφού βέβαια κατεβάσεις γρήγορα το ουισκοπότηρο, πρέπει να σηκωθείς να χορέψεις -ή καλύτερα, να χτυπηθείς- με τους ήχους του Cupcakes. Οι Rumjacks μας άφησαν για το τέλος ένα κομμάτι που μας θύμισε κάποιες από τις πρώτες τους απόπειρες: Όχι ακριβώς celtic punk, αλλά πανκ με κέλτικα στοιχεία, δυναμικό και σχεδόν ωμό, κομμάτι για mosh pit, κομμάτι που θα μπορούσες να έχεις ως soundtrack όταν φορώντας το κιλτ σου (εννοείται) τρέχεις μανιασμένος πάνω σε μια διμοιρία.
Τι να πρωτοδιαλέξεις; Νομίζω πως, μπορεί να μας πήρε καιρό για να το πούμε, αλλά οι Rumjacks δικαιούνται πλέον επάξια μια θέση ανάμεσα στα κορυφαία ονόματα της κέλτικης μουσικής. Κάπου ανάμεσα στους Pogues και τους Dubliners, τους Dropkick Murphys και τους Real McKenzies, τους Flogging Molly και τους Tossers, πλέον με βεβαιότητα αδέλφια χωρούν και οι Rumjacks. Δίπλα στους μεγάλους, μια μπάντα που φέτος γιορτάζει τα 10 χρόνια της, και τι καλύτερο για να το γιορτάσουν πέραν από την κυκλοφορία αυτού του δίσκου; Μιλάμε βέβαια για τον πιο ολοκληρωμένο δίσκο τους -θέλω να πω, μέχρι και σκωτσέζικα τραγουδούν τι άλλο θέλεις;- στον οποίο κάθε τους πείραμα βγαίνει επιτυχημένο και αυτό τους φέρνει άμεσα στο επόμενο, αν όχι στο μεθεπόμενο, επίπεδο.
υ.γ. Μείνε συντονισμένος στον Summer Rain για να ακούσεις τις μουσικές τους και κράτα ένα βλέφαρο στα αφιερώματα μας, έρχεται διπλό και τους αξίζει.
υ.γ.2 Μην αρκείσαι στο YouTube. Στήριξε τη μπάντα.
Λάμπρος Loco Παπαευθυμίου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Thank you, and may the force be with you.