Οι Burn after Me, μετά από τα πρώτα δυο EP τους ετοιμάζονται για την κυκλοφορία (23/9) του πρώτου τους full length album, Aeon, το οποίο θα είναι παράλληλα και concept album. Συγκεκριμένα, οι Ιταλοί modern metallers εμπνέονται από την Divina Commedia, τη Θεία Κωμωδία του Dante Alighieri, τη φέρνουν στα... δικά τους μέτρα και περπατούν στον ίδιο δρόμο, από την κόλαση στη μακαριότητα μέσω των τριών απόκοσμων βασιλείων.
Το άλμπουμ ξεκινά με το κομμάτι Cocytus, που είναι και το μεγαλύτερο σε διάρκεια κομμάτι του δίσκου και από το πρώτο δευτερόλεπτο ξεχωρίζει για τις ψυχεδελικές του πινελιές... μέχρι να μπει το πρώτο riff, κάπου στη μέση του τραγουδιού. Εκεί η μπάντα μας δίνει το πρώτο καλό παράδειγμα για το τι πρόκειται να ακολουθήσει: "brutal" φωνητικά με ξεσπάσματα ουρλιαχτών, τύμπανα που δεν προλαβαίνεις να μετρήσεις την ταχύτητα τους, ατέλειωτο χτύπημα και το μαλλί... ανεμόμυλος.
Ακολουθεί το Chasm, στο οποίο η μπάντα μας δείχνει πιο καθαρά τα -λίγα- ηλεκτρονικά στοιχεία που έχει, συνδυάζοντας παράλληλα το τραγούδι των αγγέλων με την ακραία μέταλ μουσική τους. Η αλλαγή προς το Plegethon γίνεται τόσο φυσικά που στην αρχή δεν καταλάβαμε ότι πρόκειται για άλλο τραγούδι. Κι εκεί υπάρχουν ψαλμωδίες στο background, που δίνουν έναν ακόμα πιο σκοτεινό και μυστηριακό χαρακτήρα.
Στο Lustful και το Head Bowned οι Burn after Me ακολουθούν την ίδια φόρμα, με το δεύτερο να επικεντρώνεται περισσότερο στις κιθάρες, κάνοντας και κάποιες εναλλαγές και ρίχνοντας απότομα -πλην αριστοτεχνικά- τους ρυθμούς. Είμαστε εξάλλου σχεδόν στα μισά του δρόμου προς την εξιλέωση.
Εκεί θα μας φέρει το Sewn Shut Eyes, τελευταίο ουσιαστικά κομμάτι που κινείται τόσο στα όρια, και παράλληλα το μικρότερο σε διάρκεια του άλμπουμ. Περίπου 2.30 λεπτά μέσα στα οποία χωράνε και ένα ενδιαφέρον κιθαριστικό σόλο κι ένα ακόμη στα ντραμς.
Στην αρχή του Right Fit ο τρόπος που παίζει το συγκρότημα δείχνει ότι μάλλον... βιάζεται να φτάσει στο τέλος, εκεί όπου κατεβαίνουν λίγο οι σφυγμοί και μας προετοιμάζουν για το Chaste Kiss, σε πιο "κλασσικούς" μεταλλικούς ρυθμούς. με μια δόση 90ίλας θα λέγαμε. Η εισαγωγή του Beatrix μας πάει μια δεκαετία σχεδόν ακόμα πιο πίσω, στις πρώιμες μέταλ μπαλάντες και μένει σε αυτό το στυλ σε όλη περίπου τη διάρκεια του, παρόλο που ο τραγουδιστής συνεχίζει να τραγουδά με τη φωνή του παραμορφωμένη και μόνο στο τελευταίο λεπτό ακούμε κάποια φωνητικά με... ανθρώπινη φωνή.
Ελπίζω να μην μας παρεξηγήσουν οι Burn after Me, αλλά όταν ξεκίνησε να παίζει το Fixed Stars νόμιζα ότι ήταν guest από τους Whitesnake. Βέβαια, επιτέλους ακούμε πώς είναι στην πραγματικότητα η φωνή του frontman, λίγο πριν αρχίζουν να βαράνε πάλι πιο δυνατά, και μετά πάλι πέφτουμε, και μετά πάλι πιο δυνατά.
Το Angels έρχεται με μπόλικα ηλεκτρονικά στοιχεία, τα οποία όμως δεν αλλοιώνουν τον γενικότερο χαρακτήρα του άλμπουμ, έχει βέβαια και μια πινελιά από φθινοπωρινό πρωινό με ήλιο -ξέρεις, από εκείνα που σε βρίσκουν να οδηγάς τη Harley σου στο Route 66. Το άλμπουμ ολοκληρώνεται με το Empyrean: ακόμα περισσότερα ηλεκτρονικά στοιχεία, αρκετά πλήκτρα, ικανοποιητικές αλλαγές στη διάρκεια αυτού του instrumental κομματιού.
Συνολικά, οι Burn after Me καταπιάνονται με ένα ιδιαίτερο πρότζεκτ το οποίο δεν είμαι σίγουρος αν έχουμε ξαναδεί, και παρόλο που μουσικά δεν συστήνουν κάτι καινούριο,, κάνουν αρκετά αισθητό το στόχο τους. Ένα άλμπουμ με ιδιαίτερα εντυπωσιακή συνοχή και χημεία μεταξύ των κομματιών, σαν να γράφηκαν και ηχογραφήθηκαν ως ένα.
Θυμίζουμε ότι το Aeon κυκλοφορεί 23 Σεπτέμβρη ψηφιακά και σε cd, ενώ προπαραγγελίες γίνονται ήδη στο επίσημο site της μπάντας.
Λάμπρος Loco Παπαευθυμίου
Το άλμπουμ ξεκινά με το κομμάτι Cocytus, που είναι και το μεγαλύτερο σε διάρκεια κομμάτι του δίσκου και από το πρώτο δευτερόλεπτο ξεχωρίζει για τις ψυχεδελικές του πινελιές... μέχρι να μπει το πρώτο riff, κάπου στη μέση του τραγουδιού. Εκεί η μπάντα μας δίνει το πρώτο καλό παράδειγμα για το τι πρόκειται να ακολουθήσει: "brutal" φωνητικά με ξεσπάσματα ουρλιαχτών, τύμπανα που δεν προλαβαίνεις να μετρήσεις την ταχύτητα τους, ατέλειωτο χτύπημα και το μαλλί... ανεμόμυλος.
Ακολουθεί το Chasm, στο οποίο η μπάντα μας δείχνει πιο καθαρά τα -λίγα- ηλεκτρονικά στοιχεία που έχει, συνδυάζοντας παράλληλα το τραγούδι των αγγέλων με την ακραία μέταλ μουσική τους. Η αλλαγή προς το Plegethon γίνεται τόσο φυσικά που στην αρχή δεν καταλάβαμε ότι πρόκειται για άλλο τραγούδι. Κι εκεί υπάρχουν ψαλμωδίες στο background, που δίνουν έναν ακόμα πιο σκοτεινό και μυστηριακό χαρακτήρα.
Στο Lustful και το Head Bowned οι Burn after Me ακολουθούν την ίδια φόρμα, με το δεύτερο να επικεντρώνεται περισσότερο στις κιθάρες, κάνοντας και κάποιες εναλλαγές και ρίχνοντας απότομα -πλην αριστοτεχνικά- τους ρυθμούς. Είμαστε εξάλλου σχεδόν στα μισά του δρόμου προς την εξιλέωση.
Εκεί θα μας φέρει το Sewn Shut Eyes, τελευταίο ουσιαστικά κομμάτι που κινείται τόσο στα όρια, και παράλληλα το μικρότερο σε διάρκεια του άλμπουμ. Περίπου 2.30 λεπτά μέσα στα οποία χωράνε και ένα ενδιαφέρον κιθαριστικό σόλο κι ένα ακόμη στα ντραμς.
Στην αρχή του Right Fit ο τρόπος που παίζει το συγκρότημα δείχνει ότι μάλλον... βιάζεται να φτάσει στο τέλος, εκεί όπου κατεβαίνουν λίγο οι σφυγμοί και μας προετοιμάζουν για το Chaste Kiss, σε πιο "κλασσικούς" μεταλλικούς ρυθμούς. με μια δόση 90ίλας θα λέγαμε. Η εισαγωγή του Beatrix μας πάει μια δεκαετία σχεδόν ακόμα πιο πίσω, στις πρώιμες μέταλ μπαλάντες και μένει σε αυτό το στυλ σε όλη περίπου τη διάρκεια του, παρόλο που ο τραγουδιστής συνεχίζει να τραγουδά με τη φωνή του παραμορφωμένη και μόνο στο τελευταίο λεπτό ακούμε κάποια φωνητικά με... ανθρώπινη φωνή.
Ελπίζω να μην μας παρεξηγήσουν οι Burn after Me, αλλά όταν ξεκίνησε να παίζει το Fixed Stars νόμιζα ότι ήταν guest από τους Whitesnake. Βέβαια, επιτέλους ακούμε πώς είναι στην πραγματικότητα η φωνή του frontman, λίγο πριν αρχίζουν να βαράνε πάλι πιο δυνατά, και μετά πάλι πέφτουμε, και μετά πάλι πιο δυνατά.
Το Angels έρχεται με μπόλικα ηλεκτρονικά στοιχεία, τα οποία όμως δεν αλλοιώνουν τον γενικότερο χαρακτήρα του άλμπουμ, έχει βέβαια και μια πινελιά από φθινοπωρινό πρωινό με ήλιο -ξέρεις, από εκείνα που σε βρίσκουν να οδηγάς τη Harley σου στο Route 66. Το άλμπουμ ολοκληρώνεται με το Empyrean: ακόμα περισσότερα ηλεκτρονικά στοιχεία, αρκετά πλήκτρα, ικανοποιητικές αλλαγές στη διάρκεια αυτού του instrumental κομματιού.
Συνολικά, οι Burn after Me καταπιάνονται με ένα ιδιαίτερο πρότζεκτ το οποίο δεν είμαι σίγουρος αν έχουμε ξαναδεί, και παρόλο που μουσικά δεν συστήνουν κάτι καινούριο,, κάνουν αρκετά αισθητό το στόχο τους. Ένα άλμπουμ με ιδιαίτερα εντυπωσιακή συνοχή και χημεία μεταξύ των κομματιών, σαν να γράφηκαν και ηχογραφήθηκαν ως ένα.
Θυμίζουμε ότι το Aeon κυκλοφορεί 23 Σεπτέμβρη ψηφιακά και σε cd, ενώ προπαραγγελίες γίνονται ήδη στο επίσημο site της μπάντας.
Λάμπρος Loco Παπαευθυμίου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Thank you, and may the force be with you.